“Πόσο εύκολο είναι να αλλάξουμε τις διατροφικές μας συνήθειες”; Αυτό είναι ένα ερώτημα που δικαίως απασχολεί πολλά άτομα, αφού φαίνεται ότι η πλειοψηφία δυσκολεύεται να κάνει και να διατηρήσει την αλλαγή. Μάλιστα, οι έρευνες δείχνουν ότι μόλις 1 στους 8 άντρες και 1 στις 7 γυναίκες με νοσογόνο παχυσαρκία καταφέρνουν να πετύχουν απώλεια βάρους και διατήρηση.
Η διατροφή μας αποτελεί μια καθημερινή δραστηριότητα και, όπως όλες οι ρουτίνες και συνήθειες, είναι δύσκολο να αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη. Έτσι, οι απαντήσεις όπως “πολύ εύκολο!”,“όλοι μπορούν να τα καταφέρουν”, κλπ δεν με βρίσκουν σύμφωνη. Η διατροφή πάνω απ’ όλα βασίζεται στην εκπαίδευση και απαιτεί κάποιον χρόνο μέχρι να κατανοήσουμε τα δεδομένα, να ξεκινήσουμε να τα εφαρμόζουμε και, τελικά, να γίνουν μέρος της ζωής μας. Σε αυτό το κείμενο θα δούμε πώς θα γίνει πιο εύκολο να ξεκινήσουμε μια προσπάθεια αλλαγής των διατροφικών μας συνηθειών και να καταφέρουμε να διατηρήσουμε το αποτέλεσμα που πετύχαμε. Τέσσερα είναι τα κύρια σημεία που θα πρέπει να προσέξουμε:
1. Να δούμε πού βρισκόμαστε στο “τώρα”, τι θέλουμε να πετύχουμε και αν είναι ρεαλιστικό. Προφανώς, αν δεν αξιολογήσουμε σωστά την αρχική μας κατάσταση, το πλάνο δράσης που θα σχεδιάσουμε δεν θα είναι αποτελεσματικό. Είναι κάτι αντίστοιχο όπως το να οργανώσουμε μια εκδρομή στην παραλία, ενώ πρόκειται να βρέξει: δεν σημαίνει ότι η εξόρμησή μας θα έχει απαραίτητα κακό τέλος, όμως δεν θα είναι και όπως αναμέναμε. Βάζοντας κάτω τα δεδομένα και αξιολογώντας τα με αντικειμενική ματιά, θα μπορέσουμε να διακρίνουμε καλύτερα τους στόχους μας στη διατροφή.
2. Να βάλουμε στόχους που είναι στα μέτρα μας. Αφού ξεκαθαρίσουμε πού είμαστε και τι θέλουμε, φτιάχνουμε τους στόχους μας, οι οποίοι πρέπει να μας ταιριάζουν. Ακόμα και μία σημαντική αλλαγή το εξάμηνο είναι μια μεγάλη επένδυση ζωής. Πώς θα ήταν αν σε 6 μήνες μαθαίναμε να τρώμε λαχανικά με τα γεύματά μας; Μπορεί να μοιάζει μικρός στόχος, αλλά απαιτεί αρκετή εξάσκηση και, επίσης, θα έχει μεγάλο αντίκτυπο στην ποιότητα της διατροφής μας.
3. Να δοκιμάζουμε να διατηρούμε τις αλλαγές, με προσπάθεια και συγκέντρωση, δίνοντας χρόνο και χώρο στον εαυτό μας. Όπως είπαμε και πιο πάνω, οποιαδήποτε αλλαγή κάνουμε είναι αρκετά δύσκολη, αφού η μέχρι τώρα διατροφή μας αποτελεί εδραιωμένη ρουτίνα. Έτσι, θα χρειαστεί να έχουμε αρκετή συγκέντρωση ακόμα και αφότου έχουμε πετύχει μια αλλαγή, εφόσον ο οργανισμός μας έχει την τάση να επιστρέφει στα παλιά. Το να προσπαθούμε υπομονετικά και να δίνουμε χώρο και χρόνο στον εαυτό μας είναι μάλλον μια τετριμμένη συμβουλή, που όμως δύσκολα εφαρμόζεται.
4. Να μην υπεραναλύουμε τη διατροφή μας, το τι πετυχαίνουμε ή όχι στη διατροφή μας δεν είναι μέτρο της δικής μας αξίας. Πολλές φορές τείνουμε να σχετίζουμε τις αποτυχίες μας στη διατροφή με το ποιόν του χαρακτήρα μας. Θεωρούμε ότι δεν είμαστε αρκετά πειθαρχημένοι, υπομονετικοί, επίμονοι, οργανωτικοί και άλλα. Αυτό δεν ισχύει. Δυστυχώς, η διατροφή δεν αποτελεί ένα πρότζεκτ στη δουλειά μας που θα κάνουμε, δεν είναι κουκιά μετρημένα ή απλές πράξεις στα μαθηματικά. Ένα πλέγμα από γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες μπορεί να μας δυσκολεύει αρκετά τη διαδικασία. Ζητήματα όπως ο ύπνος, η ψυχολογική κατάσταση, προβλήματα της καθημερινότητας ή η γενετική μας προδιάθεση σε ασθένειες (π.χ. παχυσαρκία), επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τις επιλογές μας στη διατροφή. Έτσι, αντί να “μαστιγώσουμε” τον εαυτό μας για κάτι που δεν καταφέραμε, είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε αυτό που μας δυσκολεύει και να πηγαίνουμε παρακάτω.